Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2008

Τα Μπρος - Πίσω...

Και ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση ο χρόνος σταμάτησε να μετρά... Και βρέθηκα παθητικός ακροατής άγνωστων ακουσμάτων. Και οι μύγες έπαψαν να μπαίνουν στο σπίτι και να βουίζουν ενοχλητικά. Πλέον τίποτα δεν ενοχλεί όπως και τίποτα δεν είναι πια στη θέση του. Τίποτα δε μοιάζει με αυτό που είχαμε. Τίποτα.

Η βροχή μπορεί να σταμάτησε μα η σκέψη δε λέει να σταματήσει. Ο αέρας φυσάει πιο δυνατά κι εσύ απλά κρυώνεις. Οι ορθολογιστές πληροφορικάριοι κι οι ονειροπόλοι αστρονόμοι δεν είναι πια εδώ. Ένα κύμα μετανάστευσης χωρίς προορισμό κι εσύ ο παθητικός θεατής. Τραγούδια που έλεγες κλαψιάρικα, γεμίζουν λίστες.

Κι ο χρόνος ξαναρχίζει να μετρά με πιο γρήγορο ρυθμό, για μια δυο μέρες.. Ίσα ίσα για να προλάβεις να πεις δυο λέξεις. Μα τι να πρωτοπείς... "Σ' ευχαριστώ"; "Αντίο"; "Μη φεύγεις"; "Μείνε εδώ"; Και τι νόημα να έχει πια η παρουσία όταν η ουσία έχει κλειδωθεί στα σφραγισμένα μπαούλα της μνήμης; Και λοιπόν; Ποιός λες να ασχοληθεί μαζί μας.. Το ρολόι δε σταματά ακόμα κι αν βγάλεις τις μπαταρίες. Κι εσύ δε σκέφτεσαι.. Δε σκέφτεσαι τίποτα.. Ούτε γιορτές, ούτε ταξίδια, ούτε υποσχέσεις, ούτε σπουδάγματα, ούτε δουλειά, ούτε επιστήμες, νιώθεις ένα μυαλό σουρωτήρι να περνοδιαβαίνει σε ένα απέραντο κενό. Κι όταν τον καφέ τον πίνεις σκέτο, δεν μπορείς να τον κάνεις πιο πικρό.

Κι ήρθε η ώρα να φύγουμε.. Έλα μάζεψε τα παιχνίδια σου.. Μας περιμένουν.. Ποιοί; Οι νέοι μας δρόμοι.. Μπορεί να είναι παράλληλοι.. Μπορεί να είναι στην ίδια πολιτεία.. Μπορεί και σε διαφορετική.. Μα σίγουρα δεν θα είναι πια ο ένας δίπλα στον άλλο...

Καληνύχτα... Και καλή βάρδια...

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2008

Και τώρα πια...


Είδα και πάλι το Μηνά τον καστανά,
κατσούφη στην ίδια γωνιά, απ' το ρολόι δυο στενά
ήταν πρωί κι όλοι πηγαίναν στη δουλειά...

Ο Παντελής ο ρολογάς, ο παντοπώλης ο Θωμάς
και ο κυρ-Γιάννης ο ασπριντζής της γειτονιάς...

Πιο δίπλα ο οδηγός του τραμ
ξεδίψαγε μ'ένα ταμ-ταμ
κι ο Θανασάκης ο μικρός
λούστρος μεγάλος και τρανός...

Είδα τα πάντα και τώρα γύρισα πίσω,
κάτι με έφερε πίσω να σας θυμίσω
πως κάπου εκεί η ιστορία τελειώνει
κι είναι δική μας η γενιά που την παγώνει...

Και τωρα πια κάποιο δικό μας εγγόνι
που δε λερώνει ούτε δαγκώνει
σε μια γωνιά μονάχο του ρουφάει σκόνη...
Είναι η γωνιά που κάποτε ήταν του Μηνά του καστανά
που τώρα πια μπροστά της το τραμ δεν περνά...

Οι τοίχοι μαύροι
τους μουτζουρώσαν δυο "γαύροι"
ένα λευκό παντοπωλείο, μπροστά μου γκρεμίσαν
και τα ρολόγια τώρα πια σταματήσαν...

Κι εγώ κοιτάζω από ένα αρχαίο μπαλκόνι
το δικό σας το εγγόνι με τη σκόνη...
Αναρωτήθηκα ποιός να 'ναι άραγε αυτός
κι απάντησε ο Θανασάκης ο μικρός...

Αυτό το πράγμα εδώ τ' αφιερώνω
σ' όσους γνωρίζουν τι λέω
ή σ' όσους νιώσανε πόνο
κι απ' τη γενιά μου "μια μεγάλη συγνώμη"
εγώ σας έδωσα μονάχα μια γνώμη...

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2008